Με αφορμή την γέννηση του Τσαρλς Ντίκενς περιληπτικά λόγια από το Λογοτεχνικό περιβόλι.

Με αφορμή την γέννηση του Τσαρλς Ντίκενς περιληπτικά λόγια από το Λογοτεχνικό περιβόλι.





Με αφορμή την  σημερινή ημερομηνία γέννησης του πολυτάλαντου Τσαρλς Τζον Χάφαμ Ντίκενς  ή αλλιώς (Charles John Huffam Dickens), στις 7 Φεβρουαρίου  του 1812 στο Λάντπορτ του Πόρτσμουθ ,και  που πέθανε το 1870 στο Ρότσεστερ, χωρίς να προλάβει να φτάσει τα εξήντα, δράττομαι της ευκαιρίας να αναφέρω τα πιο σπουδαία λόγια Σοφίας του αλλά και περιληπτικά να γράψω ποιός ήταν, σήμερα ειδικά που το συγγραφικό έργο του θεωρείται πιο επίκαιρο από ποτέ…
Ο Τσαρλς Ντίκενς, ήταν Άγγλος δημοσιογράφος και συγγραφέας, ο κορυφαίος μυθιστοριογράφος, που ανέδειξε η βικτωριανή Αγγλία κι ένας από τους σπουδαιότερους σε παγκόσμιο επίπεδο.
Υπήρξε  ένας από τους σφοδρότερους επικριτές των ταξικών διαιρέσεων της αγγλικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, και της τεράστιας φτώχειας, την οποία σήμανε για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού η Βιομηχανική Επανάσταση.
Δίκαια θεωρείται ο  συγγραφέας των φτωχών, των ανήμπορων και των ξεγυμνωμένων.
Στο συγγραφικό του έργο , είναι διάχυτο το Φιλάνθρωπο πνεύμα.

Το πιο δημοφιλές έργο του, τη Χριστουγεννιάτικη Ιστορία, 

που είναι ο μοναδικός χριστουγεννιάτικος μύθος της σύγχρονης λογοτεχνίας και μέσα από τον οποίο ξεπροβάλλει η φιλοσοφία του για τη ζωή, που δεν είναι άλλη από το πνεύμα των Χριστουγέννων, που θα έπρεπε να κυριαρχεί στις σχέσεις των ανθρώπων καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Το 1849 αρχίζει να δημοσιεύει σε συνέχειες το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Δαβίδ Κόπερφιλντ, που αποκαλύπτει το στυγνό πρόσωπο της εργοδοσίας. Δύο άλλα σπουδαία μυθιστορήματά του, ο Ζοφερός Οίκος (1852-1853) και Μικρή Ντόριτ (1855-1857), θα αποτελέσουν ανάθεμα για τους βικτωριανούς θεσμούς και τη βικτωριανή οικονομία (άδικο δικαστικό σύστημα, με σωρεία φυλακίσεων για χρέη, αποχαλινωμένη εργασιακή αγορά, απουσία της οποιασδήποτε προστασίας για τον πολύωρο και προκλητικά απλήρωτο μόχθο).
Ο Κάρολος Ντίκενς υπήρξε ένας μεγάλος δημιουργός στον χώρο τόσο της ψυχαγωγίας όσο και της τέχνης. Το έργο του συγκέντρωνε τέτοιες αρετές, ώστε να βρίσκει απήχηση τόσο στον απλό άνθρωπο, όσο και στον καλλιεργημένο. Επαινέθηκε από ομοτέχνους του, όπως ο Λέων Τολστόι και κατακρίθηκε από συγγραφείς όπως ο Χένρι Τζέιμς και η Βιρτζίνια Γουλφ, που τον κατηγόρησαν για συναισθηματισμό, μελοδραματισμό κι έλλειψη αληθοφάνειας.


 Τα έργα του έχουν γίνει γνωστά στα πέρατα της οικουμένης και με τη βοήθεια των σύγχρονων μέσων, του κινηματογράφου, της τηλεόρασης και του κόμικς.
Πολλά από τα μυθιστορήματά του, με το έντονο ενδιαφέρον που παρουσίαζαν για την κοινωνική μεταρρύθμιση, εμφανίστηκαν αρχικά στα περιοδικά σε συνέχειες, κάτι που εκείνη την εποχή ήταν πολύ διαδεδομένο. Σε αντίθεση με άλλους συγγραφείς, οι οποίοι ολοκλήρωναν τα μυθιστορήματά τους πριν τα εκδώσουν σε συνέχειες, ο Κάρολος Ντίκενς έγραφε το μυθιστόρημά του και το εξέδιδε συγχρόνως σε συνέχειες. Η πρακτική αυτή προσέδωσε στις ιστορίες του ένα συγκεκριμένο ρυθμό, ο οποίος τονιζόταν από δραματικές στιγμές με αποτέλεσμα το κοινό να περιμένει με ανυπομονησία τη συνέχεια του μυθιστορήματος. Η συνεχής δημοτικότητα των μυθιστορημάτων και των μικρών ιστοριών του είναι τέτοια που δε σταμάτησαν ποτέ να εκδίδονται.
Η δουλειά του έχει επαινεθεί για την καλλιέργεια της πεζογραφίας και τις μοναδικές μορφές που δημιούργησε από συγγραφείς όπως ο Τζορτζ Γκίσινγκ, ο Λέων Τολστόι και ο Γκίλμπερτ Κηθ Τσέστερτον, αν και άλλοι, όπως ο Χένρι Τζέιμς και η Βιρτζίνια Γουλφ, την επέκριναν για τη συναισθηματικότητα και την αληθοφάνειά της.
Ο Κάρολος Ντίκενς ήταν γιος του Τζον Ντίκενς, δημοσίου υπαλλήλου με μικρό μισθό, που ποτέ δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στα έξοδά του. Όταν τέλος οι δανειστές του τον κυνήγησαν και τον έριξαν στη φυλακή για τα χρέη του, ο νεαρός Κάρολος πληγώθηκε τόσο βαθιά, ώστε πήρε την απόφαση να αγωνιστεί για να γλυτώσει από τη φτώχεια και τα χρέη.
Σε ηλικία δεκαπέντε ετών αναγκάστηκε να διακόψει το σχολείο και να εργαστεί σε εργοστάσιο βερνικιών για να συντηρήσει την οικογένειά του. Από την περιπέτεια αυτή άντλησε πολύτιμες εμπειρίες για το κατοπινό του έργο.

Μια απροσδόκητη κληρονομιά ήρθε να βγάλει τον Τζον Ντίκενς από την φυλακή και να απαλλάξει τον Κάρολο από τη δουλειά που μισούσε. Αφού πήγε άλλον ένα χρόνο στο σχολείο, έπιασε δουλειά στο γραφείο ενός δικηγόρου. Κι αυτή η δουλειά δεν του άρεσε, γι' αυτό έμαθε στενογραφία και έγινε ανταποκριτής εφημερίδος. Κανείς άλλος ανταποκριτής στο Λονδίνο δεν μπορούσε να συγκριθεί με τον Κάρολο Ντίκενς στην ακρίβεια και στην ταχύτητα των ειδήσεων.


Στις διαθέσιμες ώρες του έγραφε διηγήματα, βάζοντας μέσα τα πρόσωπα που γνώριζε, τους ανθρώπους που συναντούσε στο δρόμο και τους τύπους που δημιουργούσε με τη γόνιμη φαντασία του, εμφυσώντας στον καθένα τη γνώριμη πνοή του Ντίκενς. Το πρώτο του έργο, με τίτλο "Σκιαγραφήματα του Μποζ", τυπώθηκε το 1836. Την ίδια χρονιά, ένα άλλο από τα διηγήματά του δημοσιεύθηκε και αποτέλεσε την εκκίνηση της σταδιοδρομίας που επρόκειτο να δικαιώσει τη βαθιά πεποίθηση που είχε από τα πρώτα του παιδικά χρόνια ότι επρόκειτο να γίνει μεγάλος. Το Μάρτιο του 1836 κυκλοφόρησαν τα "Χαρτιά του Πίκγουικ", που έγιναν ανάρπαστα από το αναγνωστικό κοινό. Μετά εκδόθηκε ο "Όλιβερ Τουίστ", εμπνευσμένος από όσα είχε δει και γνωρίσει ο Ντίκενς στις περιοδείες του ως ανταποκριτής εφημερίδος.
Κατά τη διάρκεια των πρώτων αυτών επιτυχιών του, ο Ντίκενς είχε παντρευτεί την Αικατερίνη Χόγκαρθ και η οικογένειά του μεγάλωσε με γοργό ρυθμό καθώς απέκτησε εννέα παιδιά. Τα οικονομικά του επίσης βελτιώθηκαν πολύ και συνεχώς άλλαζε σπίτι, το ένα πιο μεγάλο από το άλλο.
Η δημοτικότητα του Ντίκενς μεγάλωνε κι αυτή. Έγινε γνωστός στην Αμερική όσο ήταν και στην Αγγλία. Το 1842 διέσχισε τον Ατλαντικό και οι Αμερικανοί τον υποδέχθηκαν με τον χαρακτηριστικό ενθουσιασμό τους. Κι όμως, του νεαρού Ντίκενς οι Αμερικανοί τού φάνηκαν ακαλλιέργητοι και θορυβώδεις, μασούσαν καπνό, είχαν δούλους και δεν σέβονταν την ξένη πνευματική ιδιοκτησία. Δεν δίστασε καθόλου να εκφράσει τις απόψεις του και γυρίζοντας στην Αγγλία έγραψε τις όχι και τόσο κολακευτικές εντυπώσεις από την Αμερική στα "Αμερικάνικα Σημειώματα" (1842) και στο "Μάρτιν Τσάζλγουϊτ" (1843-1844). Το 1843 είχε εκδώσει τα "Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα" που γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία, ενώ αργότερα ακολούθησε ο "Δαβίδ Κόπερφιλντ".
Ο "Δαβίδ Κόπερφιλντ" (1849-1850) είναι σχεδόν η αυτοβιογραφία του Ντίκενς. Στο έργο αυτό απαθανατίζει τον πατέρα του στο πρόσωπο του κ. Μικόμπερ, και τον εαυτό του στο πρόσωπο του Δαβίδ. Το 1860-1861 εξέδωσε σε σειρές τις "Μεγάλες Προσδοκίες".
Το 1867 μια πολύ δελεαστική προσφορά από την Αμερική τον έκανε να διασχίσει πάλι τον Ατλαντικό. Οι Αμερικανοί τον υποδέχθηκαν μ' ένα ενθουσιασμό άνευ προηγουμένου. Ξέχασαν τα όσα είχε γράψει κάποτε γι' αυτούς, αλλά κι αυτός αναίρεσε εκείνα τα λόγια του. Σ' ένα συμπόσιο που έκανε προς τιμήν του το Τυπογραφείο Ντελμόνικο της Νέας Υόρκης, έκανε μια πολύ εύγλωττη έκκληση για τη φιλία των δύο αγγλόφωνων λαών.
Το 1868 ο Ντίκενς επέστρεψε στην Αγγλία και δύο χρόνια αργότερα, το 1870, πέθανε στο Ρότσεστερ. Η σορός του τάφηκε στο Αββαείο του Γουεστμίνστερ.
Στην Ελλάδα το πρώτο λογοτεχνικό έργο του Ντίκενς -το μυθιστόρημα Τα δύσκολα χρόνια- εκδόθηκε το 1887 από το περιοδικό Εβδομάς, χωρίς να αναφέρεται το όνομα του μεταφραστή. Προηγουμένως είχε δημοσιευτεί στο εν λόγω περιοδικό σε συνέχειες. Εικάζεται ότι είναι ο κεφαλλονίτης λόγιος Παναγιώτης Πανάς (ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα του ελληνικού ριζοσπαστισμού κατά τον 19ο αιώνα), ο οποίος ένα χρόνο αργότερα μετέφρασε το διήγημα Άσμα των Χριστουγέννων (A Christmas Carol, Χριστουγεννιάτικη Ιστορία, όπως είναι γνωστό σήμερα). Έκτοτε, τα σημαντικότερα έργα του Ντίκενς έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά, όχι μία, αλλά πολλές φορές. Οι μεταπολεμικές γενιές γνώρισαν τον Ντίκενς και μέσα από τα Κλασσικά Εικονογραφημένα.
Λόγια Σοφίας του Τσαρλς Ντίκενς:







Πηγές: el.wikipedia.org/ tvxs.gr/ san simera.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια