Αφιέρωμα στον Παύλο Μελά (29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904)

Αφιέρωμα στον Παύλο Μελά (29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904)












Αφιέρωμα στον Παύλο Μελά
(29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904)



Σαν σήμερα  13 Οκτωβρίου του 1904  άφησε την τελευταία του πνοή  στην Μακεδονία, ο Παύλος Μελάς.
Στην Αθήνα μαθεύτηκε στις 18 Οκτωβρίου  του ίδιου χρόνου προκαλώντας την  συγκίνηση  και  τον  
 θαυμασμό όλου του Ελληνισμού, γιατί ήταν  ένας ακέραιος και αγνός  χαρακτήρας.
Ο θάνατος του αποτέλεσε υπόδειγμα γενναιότητας και αυταπάρνησης για την απελευθέρωση της πατρίδας στην ελληνική ιστορία και ο ίδιος έγινε ήρωας στα μάτια όλης της Ελλάδας.
Η θυσία του σηματοδότησε την ουσιαστική έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα, που κορυφώθηκε με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913.
Πολλά προσωπικά του αντικείμενα εκτίθενται τώρα στο Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης και στο μουσείο Παύλος Μελάς στην Καστοριά.
Σήμερα, το όνομα του φέρει προς τιμή του το χωριό Στάτιστα ενώ πλήθος προτομών του στολίζουν πλατείες πόλεων μεταξύ των οποίων στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, την Κοζάνη και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Στη Θεσσαλονίκη, μετά το πρόγραμμα Καλλικράτης, οι τρεις δήμοι "Σταυρουπόλεως, Πολίχνης, Ευκαρπίας" ενώθηκαν σε ένα δήμο με την ονομασία Παύλος Μελάς.

Ανάμεσα σε  κείνους που συγκλονίστηκαν από το θάνατό του  και ο ευαίσθητος  μεγάλος μας  εθνικός ποιητής Κωστής Παλαμάς, που έγραψε για τον θάνατο του παλληκαριού:

«Σε κλαίει ο λαός. Πάντα χλωρό να σειέται το χορτάρι
Στον τόπο, που σε πλάγιασε το βόλι, ω παλληκάρι.
Πανάλαφρος ο ύπνος σου του Απρίλη τα πουλιά
Σαν του σπιτιού σου να τ’ ακούς λογάκια και φιλιά,
Και να σου φτάνουν του χειμώνα οι καταρράχτες,
Σαν τουφεκιού αστραπόβροντα και σαν πολέμου κράχτες.
Πλατειά του ονείρου μας η γη και απόμακρη. Και γέρνεις
Εκεί και σβεις γοργά.

Ιερή στιγμή. Σαν πιο πλατειά τη δείχνεις, και τη φέρνεις
Σαν πιο κοντά!»



Βιογραφικό του Παύλου Μελά:

Ο Παύλος Μελάς (29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904) ήταν αξιωματικός πυροβολικού του ελληνικού στρατού. Ήταν γιος του Μιχαήλ Μελά και γαμπρός του Στέφανου Δραγούμη. Στάθηκε από τους πρωτεργάτες του Μακεδονικού αγώνα και πέθανε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων στην περιοχή της Μακεδονίας. Στην Ελλάδα θεωρείται ηρωϊκή φιγούρα και έχουν ονομαστεί προς τιμή του το χωριό Μελάς της Καστοριάς και ο Δήμος Παύλου Μελά στην κεντρική Μακεδονία.
Τα πρώτα του χρόνια:
Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία της Νότιας Γαλλίας στις 29 Μαρτίου του 1870. Ηταν ένα από τα επτά παιδιά του ηπειρώτη έμπορου Μιχαήλ Μελά και της Ελένης Βουτσινά, κόρης εύπορου κεφαλλονίτη εμπόρου από την Οδυσσό. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τον Παρακάλαμο Πωγωνίου της Ηπείρου, όπου ακόμα σώζονται τα ερείπια του οικογενειακού πύργου
Η οικογένεια του μετακινήθηκε στην Αθήνα το 1874.

Την εποχή εκείνη το κύριο εθνικό και πολιτικό ιδεολογικό ρεύμα στην Ελλάδα ήταν η Μεγάλη Ιδέα, η διεύρυνση των ελληνικών συνόρων για να συμπεριλάβουν ελληνικούς πληθυσμούς που βρίσκονταν υπό ξένη κυριαρχία. Ο πατέρας του Μελά συμμεριζόταν αυτό το όραμα και δαπάνησε σημαντικό μέρος της προσωπικής του περιουσίας για την πραγμάτωση του. Ασχολήθηκε με την πολιτική, έγινε κατά περιόδους δήμαρχος Αθηναίων και βουλευτής Αττικής ενώ το 1896 θα γινόταν πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής εθνικιστικής οργάνωσης της οποίας μέλος ήταν και ο Παύλος. Σε ένα τέτοιο ιδεολογικό κλίμα ανατράφηκε ο νεαρός Μελά
Οι σπουδές  και ο γάμος του:


Το 1885 ο Μελάς τελείωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τον επόμενο χρόνο εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ' όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός το 1891. Παράλληλα γνώρισε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού και μέλλοντα πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη και αδερφή του Ίωνα Δραγούμη.
 Ο Στέφανος Δραγούμης ήταν επίσης φλογερός εθνικιστής και είχε εμφυσήσει στα παιδιά του αντίστοιχα ιδανικά. Ο Μελάς και η Δραγούμη παντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 1892 και απέκτησαν δύο παιδιά: Τον Μιχάλη (χαϊδευτικά Μίκης) το 1895 και τη Ζωή (χαϊδευτικά Ζέζα) το 1897.

Μια  επιστολή του Παύλου  Μελά προς τον Νεαρό Ευελπι- επίκαιρη όσο ποτέ!:
«Η ζωή είναι πόλεμος. Η γη σου είναι φρούριο και χρέος σου η ΝΙΚΗ.

Μη μιλάς, να σκέπτεσαι, ν’ αγαπάς, να μην πονάς. Ένας είναι ο σκοπός σου: ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Πολέμα για τα ιδανικά σου, για τα Ελληνικά ιδανικά του ανθρωπισμού. Πολέμα για τη μεγάλη ΕΛΛΑΔΑ.


Άνδρες που περπατούν στη ζωή ευθυτενείς και με γαλήνη, μαθημένοι να πονούν χωρίς να υποφέρουν, να νικούν χωρίς να θριαμβολογούν, να νικώνται χωρίς να μοιρολογούν. Αυτοί είναι οι πραγματικοί άνδρες, θεμέλια γενεών.

Αυτοί είναι οι Ευέλπιδες, οι αυριανοί ηγήτορες του Έθνους.

Νεαρέ Εύελπι μάθε και εξασκήσου να είσαι απλός, ολιγόλογος, συγκρατημένος, σεμνός. Λίγα λόγια, πολλά έργα. Ανθρωπιά μεγάλη, πειθαρχία, πείσμα, αντοχή. Όποιος σε κοιτά, τα μάτια να γεμίζουν παλληκάρι. Περισσότερο να προσβάλλεσαι όταν σε κυριεύει ο πόνος. Μη θυμώνεις, χειρότερα είναι να κτυπήσεις, έστω και αν μόλις κρατιέσαι με έναν κόμπο στο λαιμό.

Να φύγεις είναι δειλία. Μόνος σου αποφάσισες να γίνεις Αξιωματικός. Απελπισία, ύστερα γελάς και από τη μία μέρα στην άλλη γίνεσαι άνδρας, δηλαδή μαθαίνεις να κρατάς μέσα σου τον πόνο και την απορία, έτσι, χωρίς να φαίνεται, αλλά να επιμένεις πάντα στο σκοπό σου, στα όνειρά σου…»

Αν προχωρήσω, ακολουθείστε με…

Αν υποχωρήσω, σκοτώστε με…

Αν σκοτωθώ, εκδικηθείτε με…



Η δράση του:
Ο Παύλος Μελάς ήταν δραστήριο μέλος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής οργάνωσης, που είχε ως σκοπό την αναζωπύρωση του εθνικού φρονήματος και την απελευθέρωση των υπόδουλων Ελλήνων με κάθε θυσία, και έπαιξε αρνητικό ρόλο στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897. Με την έκρηξη του πολέμου μάχεται στα μέτωπα της Θεσσαλίας, ως διοικητής ουλαμού της 2ης Πεδινής Πυροβολαρχίας. Είναι αισιόδοξος για την έκβασή του, ώστε γράφει στους γονείς του:
 «...Αν ο θεός μας βοηθήση ολίγον, σύντομα θα λάβετε γράμμα μου από την Θεσσαλονίκην. ΄Ώστε θάρρος, αγαπητοί μου γονείς, θάρρος και πεποίθησιν διότι και αν φέρη ο διάβολος, να νικηθώμεν, θα νικηθώμεν παλικαρίσια...».
 Μετά από δέκα μέρες, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί τον απογοητεύει και τον αηδιάζει και γράφει πάλι στους γονείς του:
«Οι ηλίθιοι που φωνάζουν εναντίον του (εννοεί τον διάδοχο Κωνσταντίνο) έπρεπε να είναι εις την Λάρισσαν την επαύριο, της ατίμου, ατίμου, ατίμου φυγής μας, δια να ιδούν την κατάστασιν του στρατού και ν’ αντιληφθούν αν ήτο δυνατόν να κάμη μαζί του ένα βήμα προς τα εμπρός...»
Στις αρχές του 20ου αιώνα τον απασχολεί έντονα η κατάσταση στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία και τον ανησυχεί η δράση των κομιτατζήδων, που επιδιώκουν την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία. Τον επηρεάζει έντονα ο Μακεδόνας πεθερός του Στέφανος Δραγούμης, ενώ έχει πληροφόρηση από πρώτο χέρι από τον αδελφό της γυναίκας του Ίωνα Δραγούμη, που υπηρετεί ως υποπρόξενος στο Μοναστήρι της ΠΓΔΜ.




Τον Φεβρουάριο του 1904, μαζί με άλλους τρεις αξιωματικούς, τους λογαχούς Αλέξανδρο Κοντούλη και Αναστάσιο Παπούλα και τον ανθυπολοχαγό Γεώργιο Κολοκοτρώνη, συμμετέχει σε μυστική αποστολή στη Μακεδονία με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας (Μίκης, από το όνομα του γιου του Μιχαήλ, που τον φωνάζουν χαϊδευτικά Μίκη και Ζέζας, από το όνομα της κόρης του Ζωής, που τη φωνάζουν χαϊδευτικά Ζέζα), κατόπιν εντολής της κυβέρνησης Θεοτόκη.
 Η ομάδα των τεσσάρων αξιωματικών, συνοδευόμενη από μακεδόνες αγωνιστές, δραστηριοποιήθηκε στη δυτική Μακεδονία, αλλά οι κινήσεις της έγιναν αντιληπτές από τους Τούρκους, οι οποίοι ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση την ανάκλησή τους. Έτσι, ο Μελάς μαζί με τους τρεις άλλους αξιωματικούς επέστρεψαν στην Αθήνα στις 29 Μαρτίου.
Τον Ιούλιο, ενώ υπηρετούσε στη Σχολή Ευελπίδων, ζήτησε 20ήμερη άδεια και έκανε ένα δεύτερο ταξίδι στη Μακεδονία. Στο πλαστό διαβατήριό του αναγραφόταν το όνομα Πέτρος Δέδες και σαν  επάγγελμα δήλωνε ζωέμπορος.
 Μόλις έφθασε στην Κοζάνη συναντήθηκε με το ντόπιο ελληνικό στοιχείο και αποφασίστηκε η συγκρότηση ενόπλων σωμάτων με τη στρατολόγηση ανδρών από τις γύρω περιοχές και η ανάληψη άμεσης δράσης στη Δυτική Μακεδονία.
Επέστρεψε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου γεμάτος αισιοδοξία για την έκβαση του Αγώνα.
Μετά από 15 ημέρες ζήτησε κι έλαβε τετράμηνη άδεια από το στράτευμα για να αναλάβει επίσημα την αρχηγία του Μακεδονικού Αγώνα στην περιοχή της Καστοριάς και του Μοναστηρίου, κατόπιν υπόδειξης του Μακεδονικού Κομιτάτου.
Λίγο πριν από την αναχώρησή του εξομολογήθηκε στη γυναίκα του: «...Αισθάνομαι πολύ, ο δυστυχής, την ευτυχίαν που αφήνω αισθάνομαι ότι μ’ όλον τον ανήσυχον και νευρικόν χαρακτήραν μου ο βίος ο οποίος μου αρμόζει περισσότερον είναι ο ήσυχος και ο οικογενειακός.
Αλλ’ από τινος δεν ηξεύρω τι έπαθα έγινα όργανον δυνάμεως πολύ μεγάλης, ως φαίνεται, αφού έχει την ισχύν να κατασιγάση όλα τ’ αλλα αισθήματά μου και να με ωθή διαρκώς προς την Μακεδονίαν».
Και από τη Λάρισα συμπλήρωνε με νέο γράμμα προς την σύζυγό του, ωσάν να προαισθανόταν το τέλος του:
 «...Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα με όλη μου την ψυχήν και με την ιδέαν, ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω.
 Είχα και εγώ την ακράδαντον πεποίθησιν, ότι δυνάμεθα να εργασθώμεν εν Μακεδονία και να σώσωμεν πολλά πράγματα.
 Έχων δε την πεποίθησιν ταύτην, έχω και υπέρτατον καθήκον να θυσιάσω το παν όπως πείσω την Κυβέρνησιν και την κοινήν γνώμην περί τούτου...».
Στις 28 Αυγούστου ο Καπετάν Μίκης Ζέζας διέβη τα σύνορα, συνοδευόμενος από αρκετούς Μακεδόνες, Λάκωνες και Κρήτες, και στα μέσα Σεπτεμβρίου στρατοπέδευσε στην περιοχή της Καστοριάς. Στις 13 Οκτωβρίου του 1904 εισήλθε στο χωριό Στάτιστα για να αναπαυτεί αυτός και οι άνδρες του. Όμως, ο Βούλγαρος αρχικομιτατζής Μήτρος Βλάχος, προκειμένου να τον βγάλει από τη μέση, ειδοποίησε τις οθωμανικές αρχές. Επί τόπου κατέφθασε ισχυρό στρατιωτικό απόσπασμα, αποτελούμενο από 150 άνδρες και στη συμπλοκή που ακολούθησε, ο Παύλος Μελάς τραυματίστηκε σοβαρά στην οσφυϊκή χώρα και μετά από μισή ώρα άφησε την τελευταία του πνοή.

Μερικά λόγια για το  θάνατός του:

 


( Στην ανωτέρω φωτογραφία είναι ο τάφος του Παύλου Μελά όπως δημιουργήθηκε πρώτα στην Καστοριά. Φωτογραφία του 1904 του Λεωνίδα Παπάζογλου.)
 
Για τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου του Μελά υπάρχει πλήθος εκδοχών. Μια από τις πιο δημοφιλείς που διαδώθηκε από τις εφημερίδες τις εποχής διηγείται πως μετά από δίωρη μάχη διέταξε αιφνίδια έξοδο τεθείς επικεφαλής των ανδρών του. Στην επιχείρηση αυτή τραυματίσθηκε θανάσιμα στην οσφυϊκή χώρα και πέθανε μετά από μισή ώρα στα χέρια του φίλου του, Γεώργιου Στρατινάκη. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η τελευταία του φράση πριν ξεψυχήσει ήταν «Βούλγαρος να μη μείνει».

Γύρω από το σώμα του νεκρού Π. Μελά εκτυλίχθηκε μια διπλωματική επιχείρηση για την παραλαβή και ενταφιασμό του. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να γίνει γνωστό στους Τούρκους ποιος ήταν ο νεκρός, και συγκεκριμένα ότι ήταν Έλληνας αξιωματικός, διότι αυτό θα δημιουργούσε διπλωματική κρίση. Αρχικά ο νεκρός θάφτηκε από τους χωρικούς έξω από τη Στάτιστα ενώ οι Τούρκοι δεν γνώριζαν την ταυτότητά του. Αργότερα ο προεστός της Στάτιστας ονόματι Ντίνας απεσταλμένος της ελληνικής πλευράς (πιθανώς του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη ή του οπλαρχηγού Κύρου) επιχείρησε να ξεθάψει και να μεταφέρει αλλού τον νεκρό. Στο μεταξύ όμως ο θάνατος του Μελά είχε μαθευτεί στην Αθήνα και η Τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα ειδοποίησε τις Τουρκικές Αρχές της Θεσσαλονίκης να βρουν το πτώμα ώστε να το χρησιμοποιήσουν ως απόδειξη της Ελληνικής επέμβασης σε Τουρκική επικράτεια.

Έτσι, ενώ ο Ντίνας έκανε την εκταφή εμφανίστηκε Τουρκικός στρατός. Τότε έκοψε βιαστικά το κεφάλι του νεκρού και έφυγε. Το κεφάλι τάφηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ναού της Αγίας Παρασκευής στο χωριό Πισοδέρι ενώ οι Τούρκοι πήραν το ακέφαλο σώμα και το πήγαν στην Καστοριά για αναγνώριση. Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, που γνώριζε τα πάντα, κινητοποίησε τη νεολαία της Καστοριάς που περικύκλωσε το Διοικητήριο και απαιτούσε να τους δοθεί το σώμα "κάποιου Ζέζα" που ήταν Έλληνας. Ο Μητροπολίτης, προειδοποιώντας ότι μπορεί να συμβούν ταραχές που θα έβλαπταν την ειρηνική συμβίωση Τούρκων και Ελλήνων κατάφερε να του δοθεί το σώμα το οποίο και τάφηκε στο παρεκκλήσιο των Ταξιαρχών κοντά στο Μητροπολιτικό Μέγαρο Καστοριάς. Ο Παύλος Μελάς αποτέλεσε υπόδειγμα γενναιότητας και αυταπάρνησης για την απελευθέρωση της πατρίδας στην ελληνική ιστορία.

Μετά το θάνατο του η δράση των Ελληνικών δυνάμεων έγινε πιο έντονη, περιορίζοντας τη δράση των Βούλγαρων κομιτατζήδων.
ο Ίων Δραγούμης  σαν  εθνικιστής μέσα από το βιβλίο του "Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα” είχε κατανοήσει την διαιώνιση της ζωής μέσω του ηρωικού θανάτου:








                                                                           
   




 Πηγές:
Λογοτεχνικό περιβόλι!
Βικιπαίδεια,
sansimera.gr
sse.army.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια