Σαν σήμερα 16-8-γεννήθηκε ο Αντώνης Σαμαράκης λίγα λόγια για την μορφή και το έργο του ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του: «Ζητείται ελπίς»

Σαν σήμερα 16-8-γεννήθηκε ο Αντώνης Σαμαράκης λίγα λόγια για την μορφή και το έργο του ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του: «Ζητείται ελπίς»


















Λίγα λόγια για τον Αντώνη Σαμαράκη (1919-2003) :
Ο  Αντώνης Σαμαράκης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 16 Αυγούστου 1919.
Αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και δούλεψε για πολλά χρόνια στο υπουργείο Εργασίας, από όπου παραιτήθηκε το 1963.
 Σαν εκπρόσωπος της Ελλάδας και των Ηνωμένων Εθνών, ταξίδεψε σε πολλές χώρες της Ευρώπης, της Αμερικής, της Αφρικής, για κοινωνικά θέματα.
Εμφανίστηκε στην πεζογραφία το 1954 με τη συλλογή διηγημάτων
«ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΛΠΙΣ. »
Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 33 γλώσσες, σε 114 ξένες εκδόσεις.
Για τη συλλογή διηγημάτων ΑΡΝΟΥΜΑΙ τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος, και για το μυθιστόρημά του « ΤΟ ΛΑΘΟΣ»  με δύο λογοτεχνικά βραβεία:
Στην Ελλάδα, το Βραβείο των «12», και στη Γαλλία, το Μεγάλο Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας.
 Για το σύνολο του έργου του τιμήθηκε με το Βραβείο Λογοτεχνίας Ευρωπάλια.
«Ο Αντώνης Σαμαράκης δεν μιλάει για ευκαιριακές προσωπικότητες. Οι πρωταγωνιστές του διστάζουν και αμφιβάλλουν, είναι ανθρώπινες υπάρξεις όπως ο αναγνώστης. Το έργο του Αντώνη Σαμαράκη είναι μαρτυρία για την τραγωδία του ολοκληρωτισμού, για την απουσία της ελευθερίας και τη μάχη που δίνουν οι άνθρωποι για να την κατακτήσουν. Ο Αντώνης Σαμαράκης είναι ο συγγραφέας της υπερηφάνειας και της ελπίδας».
Δύο είναι οι βασικές αγωνίες του.  Η  κοινωνική αφύπνιση και  η ανάγκη να ξαναδούμε τον άνθρωπο  σαν μια άδολη προσωπικότητα που ενστερνίζεται την ηθική πρωτίστως κρίση της εποχής του.
 Οι ιστορίες του λειτουργούν πολυεπίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο γίνεται απλώς μια καταγραφή της κοινωνίας, συνήθως μιας επαρχιακής πόλης. Αργότερα, συχνά με χιούμορ και σαρκασμό ο συγγραφέας προσπαθεί να καταδείξει τα δεινά αυτής της κοινωνίας. Η τυπολατρία, η γραφειοκρατία, η θρησκευτική αγκύλωση, οι στεγανές κοινωνικές δομές, οι παρωχημένες προκαταλήψεις και η κατάρριψη όλων αυτών, ώστε  να ανοιχτεί ο δρόμος προς μια νέα δικαιοσύνη είναι θέματα που τον απασχολούν. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι γράφει σε μια εποχή που οι ιδέες των Καμύ και  Σάρτρ διαποτίζουν τις συνειδήσεις.
Υπήρξε επίτιμος διδάκτωρ των Τμημάτων Φιλολογίας των Φιλοσοφικών Σχολών των Πανεπιστημίων Αθηνών, Πατρών και Ιωαννίνων, ενώ τα έργα του διδάσκονται στη δημοτική και τη μέση εκπαίδευση καθώς και σε πανεπιστήμια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Επίσης είχε ανακηρυχθεί επίτιμος δημότης σε 40 πόλεις στην Ελλάδα και στην Κύπρο.
 Έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή παράσημα και διακρίσεις, όπως με τον Ταξιάρχη του Φοίνικα της Ελληνικής Δημοκρατίας, το Παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής στη Γαλλία, το Χρυσό Μετάλλιο Αξίας της πόλεως των Αθηνών, το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος Εθνάρχου Μακαρίου Γ΄ κ.ά.
Το 1989, η UNICEF Νέας Υόρκης τον ονόμασε πρώτο Έλληνα Πρεσβευτή Καλής Θέλησης για τα παιδιά του κόσμου.
Με την ακούραστη προσφορά του βοήθησε να αναγνωρισθεί η UNICEF στη συνείδηση του κόσμου ως ένας αποτελεσματικός και αξιόπιστος οργανισμός που αγωνίζεται σκληρά για τα παιδιά.
Παραθέτουμε ένα από τα τελευταία σημειώματα του Αντώνη Σαμαράκη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της UNICEF και παραμένει επίκαιρο:
Ποτέ πια πόλεμος!
"Τις τελευταίες νύχτες
δεν βλέπω όνειρα,
φοβάμαι πια να ονειρεύομαι"
είπε το οχτάχρονο παιδί
από το Κόσοβο.
Το παιδί ξαναζούσε στα όνειρά του τον εφιάλτη του παράλογου πολέμου. Εμείς, πώς τολμάμε να ονειρευόμαστε;
"Πόλεμος εναντίον του πολέμου". Άπειρες φορές έχει γραφτεί και ακουστεί αυτό το σύνθημα-σλόγκαν. Και όμως, ο πόλεμος ζει και βασιλεύει και τα πάντα σακατεύει:ανθρώπινες ζωές, δημιουργήματα της επιστήμης και της τεχνολογίας, πολιτιστική κληρονομιά, το περιβάλλον.

Εις τους αιώνας των αιώνων πόλεμος. Διαψεύστηκαν τραγικά οι ελπίδες που είχαμε ότι πόλεμος δεν θα ξαναγίνει ποτέ πια.

"Πόλεμος πάντων πατήρ" είπε ο Ηράκλειτος. Ένας πατέρας που καταβροχθίζει τα παιδιά του. Το συνηθίσαμε πια, εδώ είναι ο μέγας κίνδυνος. Ενώ πόλεμοι και εμφύλιοι σπαραγμοί μαίνονται γύρω μας, τους θεωρούμε κάτι φυσικό και αναπότρεπτο.

Πρώτη προτεραιότητα στη λίστα των θυμάτων των πολέμων έχουν τα παιδιά. Τα βλέπουμε στην τηλεόραση, χάρη σ'αυτήν έχουν μπει στα σπίτια μας - στην ψυχή μας όμως έχουν άραγε μπει;

Παιδιά που τους δίνουν όπλα μεγαλύτερα από το μπόι τους και τα στέλνουν να κλαδέψουν τη ζωή άλλου ανθρώπου και να πεθάνουν και τα ίδια. Παιδιά που τα ποτίζουν μίσος για τον πλησίον. Αλλά το παιδί σκέφτεται την ειρήνη, την ονειρεύεται, τη ζωγραφίζει, την τραγουδά.

Τα παιδιά-θύματα να μην τα μετράμε με νούμερα, φτάνει και μόνο ένα παιδί να χαθεί έτσι, τότε ο κόσμος μας ο δήθεν πολιτισμένος, ο δήθεν χριστιανικός, έχει χρεωκοπήσει.
 Αυτό που πεθαίνει είναι η ψυχή του παιδιού.
Στο έργο του  «Σήμα κινδύνου», ο ίδιος  γράφει προφητικά:
«Εδώ ήταν το επίκεντρο της ανησυχίας μου: η ανησυχία για την ελευθερία. Γιατί οι λογής λογής φόβοι που κυριαρχούν στον κόσμο μας, και προπαντός οι δύο αυτοί βασικοί φόβοι, ο φόβος του πολέμου και ο φόβος της πείνας, τελικό αποτέλεσμα έχουν να προδίνουμε την ελευθερία, την ανάγκη για ελευθερία που μας είναι έμφυτη. Και σιγά-σιγά, θα ‘ρθουν οι κατοπινές γενιές, που δε θα αισθάνονται τίποτα στη λέξη «ελευθερία». Γιατί θα νεκρωθεί το ένστικτο της ελευθερίας με τη διαρκή υποταγή στο φόβο του πολέμου και στο φόβο της πείνας. Θα νεκρωθεί η δίψα της ελευθερίας. Οι γενιές που θα έρθουν κάποτε δε θα έχουν το αισθητήριο της ελευθερίας. Αυτό θα είναι η υπέρτατη ποινή».
Σε ένα κόσμο  γεμάτο ιδεολογίες και γυμνό από ιδανικά, όπως ο ίδιος  ο  συγγραφέας  γράφει τον  στηλιτεύει  και ζητά την ελπίδα, την ανθρωπιά, την εξαργύρωση μιας εσωτερικής επιταγής, την καθιέρωση ενός άγραφου νόμου ηθικής ακεραιότητας στο ήθος του μεταπολεμικού ανθρώπου.
Σε όλο του το συγγραφικό του έργο, βάζει   βαθιά το νυστέρι του στο ναρκωμένο σώμα της κοινωνίας και γίνεται οδηγός σε έναν αγώνα ενάντια σε όλους όσοι φαλκιδεύουν ιδανικά.
 Στα βιβλία του  επικρατεί το έντονο  στοιχείο της κοινωνικής καταγγελίας και αντικατοπτρίζει τις προσωπικές του ανησυχίες για το παρόν και το μέλλον της σύγχρονης κοινωνίας.
Χρησιμοποίησε απλή γλώσσα και μη επιτηδευμένο ύφος και προσέγγισε τα θέματά του από μια έντονα ανθρωποκεντρική γωνία. Χαρακτηριζόταν από την αγάπη του για τους νέους. Δική του ιδέα ήταν η δημιουργία της Βουλής των Εφήβων, που οδήγησε στη διοργάνωση άτυπων συνεδριάσεων της Βουλής, όπου δίνεται ο λόγος σε νέους από όλη τη χώρα.
Ο Αντώνης Σαμαράκης έφυγε από τη ζωή στις 8 Αυγούστου του 2003.
Σύμφωνα με επιθυμία του, το σώμα του δωρήθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για έρευνες των φοιτητώv της Ιατρικής.






Σήμερα, που η ελπίδα πνέει τα λοίσθια και η ανθρωπότητα απελπισμένη και χωρίς ένα καλό τιμονιέρη Ηγέτη, κρίνω άξιο λόγου να δημοσιεύσω στο ιστολόγιό μου ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο
« Ζητείται Ελπίς» του  Αντώνη Σαμαράκη και τις εκδόσεις: Γ.Κ. Ελευθερουδάκης Α.Ε., 1983, 22η έκδοση :


«Όταν μπήκε στο καφενείο, κείνο το απόγεμα, ήτανε νωρίς ακόμα. Κάθισε σ' ένα τραπέζι, πίσω από το μεγάλο τζάμι που έβλεπε στη λεωφόρο. Παράγγειλε καφέ. Σε άλλα τραπέζια, παίζανε χαρτιά ή συζητούσανε.

Ήρθε ο καφές. Άναψε τσιγάρο, ήπιε δυό γουλιές, κι άνοιξε την απογευματινή εφημερίδα.

Καινούριες μάχες είχαν αρχίσει στην Ινδοκίνα. «Αι απώλειαι εκατέρωθεν υπήρξαν βαρύταται», έλεγε το τηλεγράφημα.

Ένα ακόμα Ιαπωνικό αλιευτικό που γύρισε με ραδιενέργεια.

«Η σκιά του νέου παγκοσμίου πολέμου απλούται εις τον κόσμον μας», ήταν ο τίτλος μιας άλλης είδησης.
Ύστερα διάβασε άλλα πράγματα: το έλλειμμα του προϋπολογισμού, προαγωγές εκπαιδευτικών, μιά απαγωγή, ένα βιασμό, τρείς αυτοκτονίες. Οι δυό, για οικονομικούς λόγους. Δυό νέοι, 30 και 32 χρονών. Ο πρώτος άνοιξε το γκάζι, ο δεύτερος χτυπήθηκε με πιστόλι.

Αλλού είδε κριτική για ένα ρεσιτάλ πιάνου, έπειτα κάτι για τη μόδα, τέλος την «Κοσμική Κίνηση»: «Κοκτέιλ προχθές παρά τώ κυρίω και τη κυρία Μ. Τ. Χάρμα ευμορφίας και κομψότητος η κυρία Β. Χ. με φόρεμα κομψότατο εμπριμέ και τοκ πολύ σικ. Ελεγκάντικη εμφάνισις η δεσποινίς Ο. Ν.»
Άναψε κι άλλο τσιγάρο. Έριξε μια ματιά στις «Μικρές Αγγελίες»:

ΠΩΛΕΙΤΑΙ νεόδμητος μονοκατοικία, κατασκευή αρίστη, εκ 4 δωματίων, χόλ, κουζίνας, λουτρού πλήρους, W.C.

ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ εις σοβαρόν κύριον δωμάτιον εις β΄ όροφον, ευάερον, ευήλιον...
ΖΗΤΕΙΤΑΙ πιάνο προς αγοράν...

Σκέψεις γυρίζανε στο νού του.

Από τότε που τέλειωσε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, η σκιά του τρίτου δεν είχε πάψει να βαραίνει πάνω στον κόσμο μας. Και στο μεταξύ, το αίμα χυνότανε, στην Κορέα χτές, στην Ινδοκίνα σήμερα, αύριο...

Πέρασε το χέρι του στα μαλλιά του. Σκούπισε τον ιδρώτα στο μέτωπό του· είχε ιδρώσει, κι όμως δεν έκανε ζέστη.

Ο πόλεμος, η βόμβα υδρογόνου, οι αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, η «Κοσμική Κίνησις»... Το πανόραμα της ζωής !
Δεν είχε αλλάξει διόλου προς το καλύτερο η ζωή μας ύστερα από τον πόλεμο. Όλα είναι, τα ίδια σαν και πριν. Κι όμως είχε ελπίσει κι αυτός, όπως είχαν ελπίσει εκατομμύρια άνθρωποι σ' όλη τη Γή, πως ύστερα από τον πόλεμο, ύστερα από τόσο αίμα που χύθηκε, κάτι θ' άλλαζε. Πως θα 'ρχόταν η ειρήνη, πως ο εφιάλτης του πολέμου δε θα ίσκιωνε πια τη γή μας, πως δε θα γίνονταν τώρα αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, πώς...

Σουρούπωνε. Μερικά φώτα είχαν ανάψει κιόλας στα μαγαζιά αντίκρυ. Στο καφενείο δεν ειχανε ανάψει ακόμα τα φώτα. Του άρεσε ετσι το ημίφως.

Σκέφτηκε τη σύγχυση που επικρατεί στον κόσμο μας σήμερα. Σύγχυση στον τομέα των ιδεών, σύγχυση στον κοινωνικό τομέα, σύγχυση...

Δεν έφταιγε η εφημερίδα που έκανε τώρα αυτές τις σκέψεις. Τα σκεφτότανε όλα αυτά τον τελευταίο καιρό, πότε με λιγότερη, πότε με περισσότερη ένταση. Σκεφτότανε το σκοτεινό πρόσωπο της ζωής. Την ειρήνη, τη βαθιά τούτη λαχτάρα, που κρέμεται από μια κλωστή. Σκεφτότανε τη φτώχεια, την αθλιότητα. Σκεφτότανε το φόβο που έχει μπει στις καρδιές.
Στον καθρέφτη, δίπλα του, είδε το πρόσωπό του. Ένα πολύ συνηθισμένο πρόσωπο. Τίποτα δε μαρτυρούσε την ταραχή που είχε μέσα του.
Είχε πολεμήσει κι αυτός στον τελευταίο πόλεμο. Και είχε ελπίσει. Μα τώρα ήτανε πια χωρίς ελπίδα. Ναι, δε φοβότανε να το ομολογήσει στον εαυτό του πώς ήτανε χωρίς ελπίδα.

Μια σειρά από διαψεύσεις ελπίδων ήταν η ζωή του. Είχε ελπίσει τότε...

Είχε ελπίσει ύστερα...
Κάποτε, πριν από χρόνια, είχε ελπίσει στον κομμουνισμό. Μα είχε διαψευσθεί κι εκεί. Τώρα δεν είχε ελπίδα σε καμιά ιδεολογία !

Ζήτησε ένα ποτήρι νερό ακόμα. Αυτή η διάψευση από τις λογής-λογής ιδεολογίες ήτανε βέβαια γενικό φαινόμενο. Και παραπάνω από τη διάψευση, η κούραση, η αδιαφορία, που οι πιο πολλοί, η μεγάλη πλειοψηφία νιώθει μπροστά στις διάφορες ιδεολογίες.
Κοίταζε τα τρόλεϊ που περνάγανε ολοένα στη λεωφόρο, το πλήθος... Μπροστά του, η εφημερίδα ανοιχτή. Όλα αυτά που είχε δει και πρωτύτερα: η σκιά τού καινούριου πολέμου, η Ινδοκίνα, οι δυο αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, η «Κοσμική Κίνησις»...
Τσιγάρα ! ένας πλανόδιος μπήκε.

Πήρε ένα πακέτο.
Στις έξι σελίδες της εφημερίδας: η ζωή. Κι αυτός, ήτανε τώρα ένας άνθρωπος που δεν έχει ελπίδα.

Θυμήθηκε, πριν από χρόνια, ήταν παιδί ακόμα, είχε αρρωστήσει βαριά μια θεία του, ξαδέρφη της μητέρας του. Την είχανε σπίτι τους. Ήρθε ο γιατρός· βγαίνοντας από το δωμάτιο της άρρωστης, είπε με επίσημο ύφος:

Δεν υπάρχει πλέον ελπίς !
Έτσι κι αυτός, τώρα, είχε φτάσει στο σημείο να λέει:
- Δεν υπάρχει πλέον ελπίς !
Του φάνηκε φοβερό που ήτανε χωρίς ελπίδα. Είχε την αίσθηση πως οι άλλοι στο καφενείο τον κοιτάζανε κι άλλοι από το δρόμο σκέφτονταν και ψιθυρίζανε μεταξύ τους: «Αυτός εκεί δεν έχει ελπίδα! » Σα να ήταν έγκλημα αυτό. Σα να είχε ένα σημάδι πάνω του που το μαρτυρούσε. Σα να ήτανε γυμνός ανάμεσα σε ντυμένους...

Σκέφτηκε τα διηγήματα που είχε γράψει, δίνοντας ετσι μια διέξοδο στην αγωνία του. Άγγιζε θέματα του καιρού μας: τον πόλεμο, την κοινωνική δυστυχία... Ωστόσο, δεν το αποφάσιζε να τα εκδώσει. Φοβότανε ! Φοβότανε την ετικέτα που θα του δίνανε σίγουρα οι μεν και οι δε. Όχι, έπρεπε να τα βγάλει. Στο διάολο η ετικέτα ! Αυτός ήταν ένας άνθρωπος, τίποτε άλλο. Ούτε αριστερός, ούτε δεξιός. Ένας άνθρωπος που είχε ελπίσει άλλοτε, και τώρα δεν έχει ελπίδα, και που νιώθει χρέος του να το πει αυτό. Βέβαια, άλλοι αχούν ελπίδα, σκέφτηκε. Δεν μπορεί παρά να΄χουν.
Ξανάριξε μια ματιά στην εφημερίδα: η Ινδοκίνα, η «Κοσμική Κίνησις», το ρεσιτάλ πιάνου, οι δυο αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους, οι «Μικρές Αγγελίες»...
ΖΗΤΕΙΤΑΙ γραφομηχανή...

ΖΗΤΕΙΤΑΙ ραδιογραμμόφωνον...

ΖΗΤΕΙΤΑΙ τζιπ εν καλή καταστάσει...

ΖΗΤΕΙΤΑΙ τάπης γνήσιος περσικός...
Έβγαλε την ατζέντα του, έκοψε ενα φύλλο κι έγραψε με το μολύβι του:
ΖΗΤΕΙΤΑΙ ελπίς...
Ύστερα πρόσθεσε το όνομά του και τη διεύθυνσή του. Φώναξε το γκαρσόνι.
 Ήθελε να πληρώσει, να πάει κατευθείαν στην εφημερίδα, να δώσει την αγγελία του, να παρακαλέσει, να επιμείνει να μπει οπωσδήποτε στο αυριανό φύλλο....»





Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια