Αφιέρωμα στον Τζόν Μίλτον που σαν σήμερα πέρασε στην Αιωνιότητα

Αφιέρωμα στον Τζόν Μίλτον που σαν σήμερα πέρασε στην Αιωνιότητα




Ο ποιητής, ( γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1608 και απεβίωσε στις  8 Νοεμβρίου 1674),  φυλλαδιογράφος και με τον τρόπο του πατριώτης Τζον Μίλτον έξω από τις αγγλόφωνες χώρες είναι κυρίως γνωστός σαν όνομα. Αλλά και εντός τους, η αναφορά του ανακαλεί σχολικές αναμνήσεις από αναγκαστικές εργασίες στο μεγάλο ποιητικό του κατόρθωμα, τον «Χαμένο παράδεισο», από τα λατινικά του και από τη θεολογία του, που ήταν πρότυπα για την ταραγμένη εποχή του στην πολιτική ιστορία της Αγγλίας. Γιατί παρ’ όλη τη λογιοσύνη ήταν άνθρωπος που πήρε μια πολιτική θέση και την κράτησε.



Σήμερα ο Μίλτον είναι μια περιοχή που ανήκει κυρίως στους λογίους και στους δασκάλους. Και ο ίδιος το ίδιο ήταν. Ελάχιστα είναι γνωστά για την προσωπική του ζωή. Εχει απομείνει ένα σονέτο του για μια νεκρή του σύζυγο, αλλά δεν έγραψε τίποτε άλλο για τις τρεις συνολικά γυναίκες του, που οι δυο τους πέθαναν αμέσως μετά τις γέννες των θυγατέρων τους. Ούτε τίποτα έγραψε για τις τρεις θυγατέρες του ούτε για τον μοναδικό γιο του που πέθανε βρέφος. Ο ίδιος όμως στη ζωή έβλεπε τον εαυτό του σαν κάτι ξεχωριστό. Τουλάχιστον του ανέθεσε ένα ρόλο ξεχωριστό.


Η οικογένεια που τον γέννησε ήταν μεταξύ εκείνων που γνώριζαν μια ανοδική πορεία από τα μεσαία στρώματα προς τα ανώτερα αστικά. Σπούδασε στο Κέμπριτζ, έγινε κορυφαίος στη χρήση της λατινικής γλώσσας, πράγματα που του προοιωνίζονταν είτε μια πανεπιστημιακή ή μια νομική ή μια εκκλησιαστική καριέρα. Εκείνος όμως αφιερώθηκε στην ποίηση, αποβλέποντας μέσω αυτής στην αθανασία. Φιλοδόξησε να γίνει ο εθνικός ποιητής της Αγγλίας, τότε που ο όρος αυτός είχε νόημα. Εχασε την όρασή του και μόνο τότε, ίσως γιατί δεν είχε πια ορατούς περισπασμούς ή γιατί εξαιτίας της τύφλωσης μπορούσε κλεισμένος να αφοσιωθεί, ξεκίνησε τον «Χαμένο παράδεισο». Πρόκειται για ένα από τα τελευταία έπη με την κυριολεκτική σημασία του όρου, στην Ευρώπη, με θέματα την πτώση του ανθρώπου, το καλό και το κακό, τον ορθό λόγο, την ελεύθερη βούληση, το αυτεξούσιο του ανθρώπου και την έξω του εξουσία. Με αυτό κέρδισε την αθανασία όπως είχε φιλοδοξήσει.

Στο αναμεταξύ, επισυνέβη η πτώση της Αγγλίας, η κάθοδός της στη δεκαετία του 1640, στον εμφύλιο πόλεμο, και σε μια πολιτική διχασμένη ανάμεσα στις πνευματικές και ηθικές αξίες εκείνες που διαπνέουν το βασικό έργο του Μίλτον. Αυτή η διπολικότητα είναι και ο πυρήνας της βιογραφίας. Ταυτόχρονα είναι το στοιχείο εκείνο που φέρνει κοντύτερα στον αναγνώστη τον άνθρωπο Τζον Μίλτον. Η διχογνωμία μεταξύ βασιλιά και Κοινοβουλίου για τη φύση της καλής διακυβέρνησης εξερράγη στη μορφή μιας θύελλας φυλλαδίων υπέρ της μιας ή της άλλης άποψης. Τούτη η περίοδος όπου η τύχη του έθνους διακυβευόταν, ήταν η στιγμή του. Σε μορφή φυλλαδίων εξέπεμψε στο έθνος τη δική του άποψη εκφρασμένη σε ζωντανά, δημιουργικά, μυώδη αγγλικά, ενίοτε και λυρικά, άλλοτε σε ύφος δημοτικό, τραχύ μερικές φορές, αλλά πάντοτε δυναμικό. Αυτή η σύγκρουση ήταν που τον ζωογονούσε, μια σύγκρουση ιδεών γιατί ήταν άνθρωπος των ιδεών και όχι των συμφερόντων που απέρρεαν από αυτές.

«Δεν μπορείς να θίξεις την ελευθερία του πνεύματός μου», έγραψε κάπου. Και αυτό εκφράζει πολύ ορθά τις αρχές που διέπνεαν τις επιθέσεις του εναντίον κάθε μορφής καταπίεσης, εναντίον του εκκλησιαστικού δόγματος, εναντίον της λογκρισίας και εναντίον της απολυταρχίας του μονάρχη. Απόρροια της στάσης του αυτής ήταν η θέση του υπέρ των βασιλοκτόνων. Ο ίδιος δεν ήταν ένας άσπιλος υπέρμαχος της ελευθερίας. Τα σύμφωνα του διαζυγίου του όταν η πρώτη γυναίκα του τον εγκατέλειψε επ’ ολίγο, βρίθουν σοφιστειών υπέρ του. Και δεν ήταν υπεράνω του να εργάζεται ο ίδιος ως λογοκριτής για την Κοινοπολιτεία ούτε ο μισογυνισμός του ήταν ξένος.



Με την παλινόρθωση όμως της μοναρχίας και την ενθρόνιση του βασιλιά Καρόλου Β΄, ο Μίλτον έγινε μια μοναχική σιλουέτα
Αρνούμενος να αυτοεξορισθεί, υποφέροντας συλλήψεις και φυλάκιση, συνέχισε να καταγίνεται με τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής και του πεπρωμένου. Παρά το ότι υστερεί από το να είναι το τέλειο πρότυπο ανεπίληπτης συμπεριφοράς και στάσης.

Πηγή: kathimerini


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια